Ειρήνη μεταξύ ανθρώπων - Πόλεμο με τους απάνθρωπους

poetry the soul's kingdom

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Βρόντο - Ο Κορμός

   Τον κορμό τον είχε ξεβράσει η θάλασσα σε μια δυνατή φουρτούνα, ως το τελευταίο ύψωμα πολύ καιρό τώρα, σχεδόν κόντευε να μπει ο χειμώνας.Φαινόταν τόσο ήσυχος από το ανθρώπινο μάτι... Σαν άψυχο σώμα. Κι όμως μέσα του έσφιζε από ζωή. Άυπνα μυρμήγκια, οικογένειες ολόκληρες εργάζονταν ασταμάτητα, νύχτα μέρα. Δε γνώριζαν τη λέξη κούραση, ούτε τη λέξη διάλειμμα. Ο κορμός ήταν ένας μικρός πολιτισμός εργατικών μυρμηγκιών, ενώ παράλληλα η αμμουδιά έμοιαζε με αποθήκη τροφίμων, στην οποία δε δίσταζαν να απομακρύνονται και να κουβαλάνε για πολλά μέτρα την τροφή τους. Μέσα του ζούσανε κι άλλα μικρά πλάσματα. Κάποιες αράχνες στις προεξοχές του είχαν φτιάξει ιστούς, παγιδεύοντας μυγάκια κι άλλα μικροσκοπικά ζωύφια, ενώ τα σκουλήκια έγλειφαν τη λεία επιφάνειά του.
   Όλα κυλούσαν αρμονικά και συνηθισμένα, ώσπου, μια καλοκαιρινή ημέρα... Σεισμός! Τον κορμό σήκωσε από το έδαφος ένα χέρι! Ορισμένα μυρμήγκια εγκλωβίστηκαν κάτω από τα χοντρά δάχτυλα, που πίεζαν με δύναμη και πέθαναν ακαριαία. Άλλα έτρεχαν σοκαρισμένα πάνω κάτω, χωρίς να αντιλαμβάνονται τί συνέβη, γιατί συνέβη και πώς να το αντιμετωπίσουν. Ένιωθαν να μετακινούνται, να αιωρούνται και ξάφνου... Δεύτερος σεισμός! Σφοδρότερος από τον πρώτο. Η πρόσκρουση στην άμμο ήταν βίαιη. Μερικά μυρμήγκια έπεσαν από πάνω του και καθώς έφευγαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν φώναζαν να τα ακολουθήσουν. << Τρέξτε, τρέξτε! Ελάτε μαζί μας να σωθείτε!>>. Αυτά αρνήθηκαν. Τα περισσότερα είχαν μείνει πίσω. Ενστικτοδώς επέλεξαν να μη φύγουν, παρόλο που την ηρεμία τους την είχαν χάσει. Τώρα πια έτρεχαν από αγωνία και όχι από φόρτο εργασίας. Δεν ήξεραν πώς έπρεπε να πράξουν για να σώσουν τις ζωές τους, αλλά πιο πολύ από το φόβο του θανάτου, φοβόντουσαν να αποχωριστούν το σπίτι τους. Τον κορμό τους.
   Όσο κράτησε η μέρα το χέρι δεν τα ενόχλησε ξανά. Τα μυρμήγκια όμως δε συζητούσαν τίποτε άλλο πέρα από το χέρι και το πώς θα ξεφύγουν, αν ο κίνδυνος επιστρέψει. Εν τέλει, ξέχωρα από το άγχος τους, συνέχισαν να εργάζονται όπως πριν και σε εντατικότερους ρυθμούς, καθώς τα άλλα μυρμήγκια που είχαν διαλέξει την άτακτη φυγή και αναζητούσαν άστεγα πια τη νέα τους φωλιά, άφησαν πίσω τους περισσότερη εργασία στους παλιούς τους φίλους.
   Η νύχτα έπεσε και προμηνύονταν καυτή. Η πιο καυτή της ζωής τους. Όλα ήταν έτοιμα. Η εστία... Τα προσανάμματα... Η παρέα... Όλα εκτός από αυτά, που σε λίγο θα παίζανε το χορό της φωτιάς. Πάνω που είχαν ηρεμήσει λοιπόν, το χέρι έφερε και τρίτο σεισμό. Ο πανικός, ο φόβος, οι ανούσιες βιαστικές διαδρομές επέστρεψαν. Ο τέταρτος σεισμός ήταν σαν έκρηξη. Ο κορμός έπεσε με ανθρώπινη αποφασιστηκότητα απάνω στα φλεγόμενα προσανάμματα, με τα μυρμήγκια να σκάνε μπροστά στα μάτια των συντρόφων τους, σαν πυροτεχνήματα. Άλλα νιώθοντας την υπερβολική θερμοκρασία χώνονταν όλο και πιο βαθιά. Άλλα πνίγονταν από τους καπνούς, άλλα έτρεχαν στις άκρες πανικόβλητα και άλλα εκστασιασμένα από την κάψα της φωτιάς,βουτούσαν μέσα της, λες και θυσιάζονταν σε κάποια τελετή μυρμηγκιών. Ο κορμός όλο και καίγονταν προς τα μέσα. Τα πρώτα της επιφάνειας είχαν παραδώσει πνεύμα. Τα υπόλοιπα που είχαν κρυφτεί στα βάθη, έκαναν την τελευταία απέλπιδα προσπάθεια να σωθούν. Βγήκαν όλα μαζί προς τα έξω και με όλη τη δύναμη που τους είχε απομείνει προς τις άκρες, προσπάθησαν να πηδήξουν στην άμμο. Μόνο που δεν ήξεραν πως κάνουν σάλτο. Εκείνη την  ώρα το χέρι έπαιξε με τη φωτιά. Με ένα μακρόστενο κλαδί, έσπρωξε τον κορμό στον πυρήνα της. Τα μυρμήγκια έγιναν όλα στάχτη. Όλη η τέλεια συνεργασία τους στις μέχρι πρότινος υποχρεώσεις τους, δε στάθηκε δυνατή μπροστά σε αυτή την καταστροφική δοκιμασία.
   Ύστερα από λίγη ώρα ένας δεύτερος κορμός έπεσε μέσα στις φλόγες. Ένα νέος αγώνας επιβίωσης ξεκίνησε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου