Ειρήνη μεταξύ ανθρώπων - Πόλεμο με τους απάνθρωπους

poetry the soul's kingdom

Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2013

Βρόντο - Noom

   Βρίσκονταν σε μία παραλία γεμάτη με πολύχρωμα βότσαλα, θυμίζοντάς τους αφηρημένη τέχνη με  τράιμπαλ σχέδια. Σε μια γωνιά της παραλίας κάποιοι ή οι ίδιοι είχαν σχεδιάσει έναν τζόκερ και δεν το θυμόντουσαν. Πότε έγινε αυτός ο τζόκερ? Πότε ήρθανε άλλοι στην αμμουδιά? Ό,τι και να έγινε είναι ωραίος είπανε.
   Μέσα στη νύχτα, ξαπλωμένοι αγκαλιά, ο Ανδρέας και η Άννα, είδαν κάτι που ούτε με σφαίρες δε θα πίστευαν ότι το βλέπουν. Ένας ήλιος εμφανίστηκε μέσα στον έναστρο ουρανό. Μόνο που οι ηλιαχτίδες του κατευθύνονταν σε άλλο γαλαξία, σα να είχε μονόπλευρη κατεύθυνση το φως προς ένα άλλο σημείο. Γύρω του είχε δαχτυλίδια, σαν του Κρόνου, με τη διαφορά ότι ήταν στα χρώματα του ουράνιου τόξου, αλλάζοντας αποχρώσεις, όποτε οι ηλιακές εκρήξεις τα διαπερνούσαν βίαια.  Ήταν απίθανο το θέαμα. Ένας ήλιος ανάμεσα στα άστρα του νυχτερινού ουρανού.
  - Βλέπουμε ήλιο μέσα στη νύχτα? Όντως? Είναι δυνατόν?
  - Φανταστικό!
  - Μήπως μας έχουν απαγάγει εξωγήινοι? Φοβάμαι. Πού βρισκόμαστε? Του αποκρίθηκε.
  - Χαχα! Πλάκα θα είχε. Ας περπατήσουμε μήπως βρούμε κανένα άλιεν στο δρόμο να ρωτήσουμε.
   Καθώς περπατούσαν στο δρόμο, τρελάθηκαν! Μια αλυσίδα DNA εμφανίστηκε μπροστά στα όλο περιέργεια μάτια τους, η οποία πετούσε στους αιθέρες, αρμενίζοντας στα σύννεφα σα βαρκούλα στη θάλασσα.  Άρχισαν να τρέχουν, να δουν από κοντά τι συμβαίνει. Τα λίγα χιλιόμετρα απόσταση – από την αγωνία τους να μάθουν- καλύφθηκαν μέσα σε δευτερόλεπτα.
-  Ρε φίλε γεια σου! Τι ‘ναι αυτό το πράμα που πετάει στον ουρανό?
-  Ίνγκλις πλιζ. Του απάντησε ο τύπος με τα σκουλαρίκια στα αυτιά, που κάθονταν στην είσοδο.
-  Οκ. Γουάτ δε φακ ιζ δατ φάκινκ θινκ γουίτς φλάις του δε σκάι?
-   Ιτς νοτ φλάινκ. Ιτς ε μπριτζ. Κονέκτινκ του δε μουν.
-   Εντάξει ο τύπος είναι βλαμμένος, μ’ έχει κάψει. Ας ρωτήσουμε άλλον.
-   Εεεε μαν! Γουάτ ιζ δατ?
-   Γέφυρα στο φεγγάρι του απάντησε. Και δεν είναι βλαμμένος ο τύπος! Ό,τι κωλόκαιρο και να κάνει,αυτή έχει στάνταρ ταλάντευση σαν τον κυματισμό ήρεμης θάλασσας.
   Σκάσανε και οι δύο στα γέλια. Είχανε δακρύσει από τα γέλια και πέταγαν τη μία ειρωνεία μετά την άλλη, συνεχίζοντας να γελάνε σα σπαστικά. Αφού συνήλθαν διάβασαν το φυλλάδιο προσεχτικά και είδαν ότι όλα είναι τζάμπα! Ειδικά λεωφορεία, στολές, εξοπλισμοί. Τα πάντα!
  -  Πάμε?
  Πριν το σκεφτούν είχανε φορέσει τις διαστημικές στολές και έφυγαν στο διάστημα. Ήτανε εκστασιασμένοι πραγματικά. Με το που ξέφυγαν από τη γη και όλη την πίεσή της, χαλάρωσαν. Ο γαλαξίας με τ’ άστρα στο πιάτο. Ταξίδευαν στο διάστημα, κοιτάζοντας πίσω τους αυτή τη μπάλα  τη γη μαγεμένοι…
-  Μωρό μου αν δεν φορούσαμε όλες αυτές τις χαζομάρες θα κάναμε σεξ από άλλο διάστημα.
-   Χαχα!      
-   Λες να μπορούμε να κατέβουμε, να περπατήσουμε στη γέφυρα?
-   Πάμε τώρα στη σελήνη να δούμε τη φάση και στο γυρισμό περπατάμε.
-   Άκου τι συζητάμε!
   Φτάνοντας στο φεγγάρι, τριγύριζαν ανάμεσα σε δεκάδες διαστημάνθρωπους και χτισμένα οικήματα.
-   Ρε τι γίνεται εδώ? Πού ζούμε? Στο 8564?
-   Κοίτα! Φτιάχνουν κι άλλη αλυσίδα DNA! Πηγαίνει στον Άρη!
-   Από κάπου ακούγεται μουσική.
-   Φύγαμε!
   Πετάξανε τις στολές και έμειναν με τα ρούχα. Έπαιζε τεκ – χάουζ μίνιμαλ, αλλά ό,τι πιο διαστημικό ήχο μπορείς να φανταστείς. Να φανταστείς… Φαντάζεσαι? Χόρευαν στο φεγγάρι. Σα να ήταν ένα. Έκαναν έρωτα αυθόρμητα, παρορμητικά, μπροστά σε όλους τους εξωγήινους κολλημένοι σε ένα γυάλινο τοίχο, κοιτάζοντας τη γη.. Τον ήλιο… Τα άστρα… Μετεωρίτες περνούσαν ιλιγγιωδώς και χάνονταν… Είχαν χάσει τα μυαλά τους… Δεν τους ένοιαζε τίποτα… Μετά από ώρες χορού βγήκαν έξω και περπατούσαν εξερευνώντας κάθε πατημασιά τους.
- Καβάτζωσα λίγες πέτρες και φεγγαρίσιο χώμα… 
- Μμμ..μπραβο, να φτιάξουμε σεληνιακό κήπο στην αυλή μας.
- Αλάνια σ’ εκείνο τον κρατήρα που σκεπάζεται από αυτόν τον πράσινο τρούλο την πίνουνε. Χωρίς βαρύτητα. Σαν τη συνείδηση μας.
   Άνοιξαν την πόρτα και είδανε τα πάντα να αιωρούνται. Ιπτάμενοι μαστουρωμένοι άνθρωποι κυνηγούσαν ιπτάμενα τσιγαριλίκια σ’ έναν τεράστιο κυκλικό χώρο με λιγοστό φωτισμό.
-   Χελόου πίπολ! Φώναξε ο Ανδρέας με ένα ηλίθιο χαμόγελο ως τ’ αυτιά.
   Μήνυμα στο κινητό της Άννας. Το μάτι του Ανδρέα άνοιξε με τη μία.  Όχι ρε πούστη μου, γαμώ την τεχνολογία μου μέσα. Τι έπαθες έκανε η Άννα αγουροξυπνημένη, τεντώνοντας το κορμάκι της.
Τίποτα μωρό μου. Απλά σε πήγα βόλτα στο φεγγάρι και χτύπησε το κινητό σου.
- έ?!                                  

                                                                   Φινίτο.